- Κανναβινοειδή
-
by Κων. Θ. Τέμπος
ΚΑΝΝΑΒΙΔΙΒΑΡΙΝΗ (CANNABIDIVARIN; CBDV)
Τι είναι η κανναβιδιβαρίνη
Η κανναβιδιβαρίνη, επίσης γνωστή ως κανναβιδιβαρόλη ή CBDV, είναι ένα μη ψυχοδραστικό κανναβινοειδές που υπάρχει στην ιατρική κάνναβη. Όπως και το THCV, η CBDV διαφέρει από την CBD από την υποκατάσταση ενός πεντύλ (5 άνθρακα) για μια πλευρική αλυσίδα προπύλ (3 άνθρακα).
Η CBDV βρίσκεται σε σχετικά υψηλά επίπεδα CBDV σε άγριους πληθυσμούς Cannabis indica στην βορειοδυτική Ινδία και στο χασίς που παράγεται στο Νεπάλ.
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ – ΔΡΑΣΕΙΣ
Αντισπασμωδικές
Όπως η κανναβιδιόλη, η CBDV έχει αντισπασμωδική δράση σε ζωικά και ανθρώπινα μοντέλα.
Αντιεπιληπτικές
Η CBDV μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην επιληψία, λόγω του ότι δρα στους υποδοχείς TRPV1 (transient receptor potential cation channel subfamily V member 1) και τροποποιεί την γονιδιακή έκφραση. Άλλα κανναβινοειδή με κάποιες ενδείξεις αντιεπιληπτικής δράσης είναι η τετραϋδροκανναβιβαρίνη και το Δ9- τετραϋδροκανναβινολικό οξύ.
Η αντιεπιληπτική δράση της CBD και CBDV πιστεύεται ότι διαμορφώνεται από την δράση του TRPV1, γνωστού ως υποδοχέα της καψαϊκίνης, που είναι μέλος μιας μεγάλης οικογένειας διαύλων ιόντων που εμπλέκονται στην εμφάνιση και εξέλιξη διαφόρων τύπων επιληψίας.
Η CBD και η CBDV ενεργοποιούν και στη συνέχεια απευαισθητοποιούν τα κανάλια του TRPV1, TRPV2 και TRPA1. Με τον μηχανισμό αυτό τα μόρια αυτά προκαλούν μείωση της νευρωνικής υπερεξάρτησης που συμβάλλει στην επιληπτική δραστηριότητα και τις επιληπτικές κρίσεις.
Η CBDV έχει επίσης αποδειχθεί ότι αναστέλλει την δραστηριότητα της λιπάσης-α της διακυλγλυκερόλης, του πρωτεύοντος ενζύμου που ευθύνεται για την σύνθεση της 2 – αραχιδονυλογλυκερόλης. Πάντως, η αλληλεπίδραση αυτή δεν έχει αποδειχθεί κατά πόσον επηρεάζει την αντισπασμωδική δράση της CBDV.
Η CBDV έχει χαρακτηρισθεί «ορφανό» φάρμακο
Τον Οκτώβριο του 2017 η CBDV δέχτηκε τον χαρακτηρισμό του «ορφανού» φαρμάκου από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων για χρήση στο σύνδρομο Rett και, τον Φεβρουάριο του 2018, για την θεραπεία του συνδρόμου εύθραυστου Χ (Fragile X).